Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015

Paul Eluard - Να κοιμάσαι

Dominique Amendola Nap time
This is an impressionist painting. A figure, in nature is napping in the sun.
Να κοιμάσαι
με τον ήλιο στο ένα μάτι και με το φεγγάρι στο άλλο
μ' έναν έρωτα στο στόμα κι ένα ωραίο πουλί μες στα
μαλλιά
στολισμένη σαν τους κάμπους, σαν τα δάση, σαν τη θάλασσα
στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο του κόσμου.

Να φεύγεις και να χάνεσαι
μέσ' απ' τους κλώνους των καπνών και τους καρπούς του
ανέμου
πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου
γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες

και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούργια σου όψη επάνω.

Μετάφραση: Οδυσσέας Ελύτης 
-------------------
Το ποίημα «Να κοιμάσαι», μέσα από έντονες λυρικές εικόνες αλλά και υπερρεαλιστικές εικόνες, παρουσιάζει μια αέρινη, φευγαλέα γυναικεία μορφή που θα μπορούσε να μας θυμίσει την ωραία κοιμωμένη του παραμυθιού. «Ο ποιητής ερωτεύεται μια απουσία, μια ομορφιά που κοιμάται», δεν ερωτεύεται με τον τρόπο των πολλών- αυτόν της κατοχής, της κτητικότητας αλλά μέσα από τη στέρηση.

Οι δύο στροφές του ποιήματος εικονοποιούν δύο διαμετρικά αντίθετα κόσμους:
στην α΄ στροφή ένας κόσμος γαλήνιος και φωτεινός που καθρεφτίζεται στο πρόσωπο μιας γυναίκας ( ή κάθε Γυναίκας; ). 
Το ερωτικό στοιχείο υφέρπει και δεν κατονομάζεται με σαφήνεια. Το πρόσωπο της γυναίκας περιγράφεται σε συμπλοκή με τα στοιχεία της φύσης: ήλιος, πουλί, κάμπος, δάση και ο κόσμος ολόκληρος· δεν πρόκειται για μια σάρκινη, ηδονικά ερωτική περιγραφή αλλά μια περιγραφή που απλά φωνάζει το ψυχικό δέσιμο του ποιητή με τη γυναίκα. 
Είναι μια μαγευτική και απόμακρη γυναικεία μορφή αποκαθαρμένη από την ανθρώπινη διάστασή της: κάθε μέρος του προσώπου της έχει υποκατασταθεί από στοιχεία της φύσης· τα μάτια έγιναν ήλιος και φεγγάρι, το στόμα ένας θεϊκός φτερωτός έρωτας, τα μαλλιά πουλί. 
Μέσα από μια ανιούσα κλιμάκωση η αναφορά στο υπόλοιπο σώμα «ακουμπάει» στο ευρύτερο φυσικό τοπίο, στους κάμπους, στα δάση, τη θάλασσα για να καταλήξει σε μια κορυφή συναισθηματικής έκφρασης: «στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο του κόσμου». 
Η όραση, η ματιά είναι ο μόνος δρόμος προσέγγισης του αντικειμένου του ερωτικού πόθου· ανταπόδοση δεν ζητά, παρά μόνο το κοίταγμα της ευτυχισμένης όψης της γυναίκας την ώρα του ύπνου, που είναι απαλλαγμένη από προβλήματα και έγνοιες της καθημερινότητας. Το γυναικείο πρόσωπο που κοιμάται υπερασπίζει με τον αμεσότερο τρόπο την αγνότητα και τον έρωτα που γίνεται εντονότερος με το σχήμα της απουσίας.
Πικρή, κοινή διαπίστωση πως ο Έρωτας συντηρείται από την απουσία, όχι από την παρουσία· είναι φτιαγμένος από την ύλη του άπιαστου και του φευγαλέου, της προσμονής και του ονείρου, όχι από τα υλικά της νίκης και της κατάκτησης.

Ο πρώτος στίχος της β΄ στροφής,
«να φεύγεις και να χάνεσαι», μας περνάει σ΄αυτή τη διάσταση της ολοκληρωτικής απουσίας.
Το ερωτικό αντικείμενο μπαίνει τώρα στη διάσταση της κίνησης, της ζωής, της πραγματικής ύπαρξης· αυτή όμως τη στιγμή, που όλα είναι πραγματικά και ζωντανά, εκείνη χάνεται, φεύγει. Όσο κοιμόταν ήταν εκεί, δική του κατά κάποιο τρόπο· κατακτημένη από το βλέμμα του και την ομορφιά που της προσέδιδε η σκέψη και το συναίσθημά του.
Ούτε και τότε συναντήθηκαν ούτε και τώρα. Τότε τους χώριζε η ακινησία, ο ύπνος σαν μερίδιο θανάτου και τώρα, 
στη β΄στροφή, η κίνηση οδηγεί στην απουσία, στη φυγή της γυναίκας.
Φυγή από πού; Από κοντά του, ή από το χώρο του φωτός και του καλού που αντιπροσώπευε ο χρόνος του ύπνου και του ονείρου;
Νομίζω και τα δύο, άλλωστε κοντά βρίσκονται πάντα ο Έρωτας και το Καλό. Οι κλώνοι του καπνού και του ανέμου αντιπροσωπεύουν το κακό , σε οποιαδήποτε μορφή του· ό, τι αντιστρατεύεται την ομορφιά και τον Άνθρωπο. Ο καπνός μάς παραπέμπει στη φωτιά, στην καταστροφή και ο άνεμος έρχεται έτοιμος να ανατρέψει τα πάντα στο πέρασμά του:
«να φεύγεις και να χάνεσαι
μες΄απ΄τους κλώνους των καπνών και τους καρπούς του ανέμου»


Ακολουθεί μια καθαρά υπερρεαλιστική εικόνα:

«πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου
γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες»


Ο Ελυάρ μάς δίνει την εικόνα του για τη Γυναίκα, για την κάθε γυναίκα εννοώ:
ο συγκερασμός των αντιθέτων: η σταθερότητα, η ακινησία, η ενότητα ( «να κοιμάσαι» , «γερά πιασμένη» , « πόδια πέτρινα» ) απ΄τη μια το φευγαλέο, το άπιαστο, από την άλλη («να φεύγεις και να χάνεσαι», «καρπούς ανέμου», «κάλτσες άμμου», «πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες»)

Βέβαια αυτές οι αντιθέσεις αυτές θα μπορούσαν να μας παραπέμψουν και σε μια πιο φιλοσοφική διάσταση: την πάλη του καλού με το κακό στον κόσμο. Το Καλό, η Ομορφιά δεν αντέχει τις διαψεύσεις και τις ανατροπές του κόσμου τούτου και «φεύγει, χάνεται» παλεύοντας να κρατηθεί αλώβητη σ΄ένα κόσμο φθοράς και άρνησης : 
«πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες». 
Η πέτρα σταθερή , σκληρή, αδιάλλακτη, ενώ η άμμος ρευστή, ακατάκτητη.
Και πόσο δυνατοί μπορεί να είναι οι μυώνες ενός ποταμού; Ο ποταμός, έτσι κι αλλιώς μας πηγαίνει σε χώρους ρευστότητας, ορμητικότητας και αστάθειας.
Το ποίημα κλείνει με ένα στίχο ανατροπής, ανανέωσης, ωρίμανσης και συνειδητοποίησης,
«και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούργια σου όψη επάνω.»
Ο ποιητής βλέπει τη γυναίκα με άλλη όψη, αυτήν που ετοίμασε ο ίδιος για την αγαπημένη του.
Άλλαξε ο ίδιος μέσα από τη μεταμορφωτική δύναμη του έρωτα , άλλαξε και η εικόνα που έχει για την αγαπημένη του: την ξαναδίνει στον κόσμο καινούργια, μοναδική εν αρχή πάντα ευρισκόμενη , ως Αρχή του κόσμου η ίδια....