Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Γιώργης Παυλόπουλος - Τα Αντικλείδια
«Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.»

old and new keys
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.

Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.



Σχόλιο
Το ποίημα είναι ένας μύθος για την ποίηση και αφηγείται μία επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες απόπειρα να παραβιασθεί η ανοιχτή της πόρτα. Το πρόσωπο που αφηγείται έχει καθολική εποπτεία στον χώρο που είναι ο κόσμος και στον χρόνο που είναι από τότε που υπάρχει ο κόσμος. Αξίζει να προσεχθεί ότι το ποίημα τελειώνει όπως άρχισε (κύκλος) και γίνεται έτσι το ίδιο φορέας της εμπειρίας που περιγράφει.

..............

Το ποίημα

Ο τίτλος του ποιήματος «Τα Αντικλείδια» με τη χρήση του κεφαλαίου γράμματος στο ουσιαστικό, υποδηλώνει πως πρόκειται για «ξεχωριστά» αντικλείδια και όχι για απλά, καθημερινά αντικλείδια, αλλά δεν επιτρέπει μιαν άμεση κατανόηση του νοήματός του.

«Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.»


Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, είναι ένα διαρκές κάλεσμα προς τους τεχνίτες του λόγου να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως θα κατορθώσουν ποτέ να γνωρίσουν, αλλά και να κατακτήσουν τη βαθύτερη ουσία της τέχνης τους.

...............
«Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.»

Η διάκριση που κάνει ο ποιητής ανάμεσα σε αυτούς που κοιτάζουν και αυτούς που πραγματικά βλέπουν, έχει να κάνει με την ιδιαίτερη φύση της ποιητικής τέχνης, η οποία απαιτεί από τον αναγνώστη μια αυξημένη ευαισθησία κι ένα ουσιαστικό ενδιαφέρον για να μπορέσει πραγματικά να εκτιμήσει όσα έχει να του προσφέρει μια τόσο εκλεπτυσμένη μορφή τέχνης. Η ποίηση δεν είναι προσιτή σε όλους, υπό την έννοια ότι δεν είναι πάντοτε εύκολο σ’ έναν αμύητο αναγνώστη να κατανοήσει και να αισθανθεί πλήρως την ομορφιά του ποιητικού λόγου αλλά και τις πνευματικές ανησυχίες που επιχειρεί να εκφράσει ο ποιητής.

..............
«Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει.»


Τη στιγμή που οι γοητευμένοι απ’ τη μαγεία της ποίησης επιχειρούν να εισέλθουν στον ποιητικό κόσμο, η πόρτα κλείνει. Ένα δραματικό απρόοπτο, που υποδηλώνει με εμφατικό τρόπο το ανέφικτο αυτής της πρόσβασης. Η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή καθώς τα μυστικά της ποιητικής δημιουργίας δεν μπορούν να αποκαλυφθούν όσο κι αν προσπαθεί κανείς. Η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή υπό την έννοια ότι δεν υπάρχει κάποιος εύκολος τρόπος για να μπορέσει κάποιος να φτάσει στα ύψη αυτής της τέχνης.
Το κλειδί για την πόρτα της ποίησης, σύμφωνα με τον Παυλόπουλο, δεν μπορεί να βρεθεί μιας και κανείς δε γνωρίζει ποιος το έχει. Η εύρεση του κλειδιού, άλλωστε, θα σήμαινε ότι κάποιος θα μπορούσε να κατακτήσει πλήρως την τέχνη της ποιήσεως, κάτι που προφανώς δεν μπορεί να συμβεί. Ο Παυλόπουλος εκφράζει την άποψη ότι είναι αδύνατο να γνωρίσει κάποιος τα μυστικά της ποιητικής τέχνης, υπό την έννοια ότι η ποίηση είναι στην ουσία μια τέχνη που δεν μπορεί να προσδιοριστεί και δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή στην ολότητά της. Η ποίηση ήταν και παραμένει μια απρόσιτη μορφή δημιουργίας, που ενώ έχει την ικανότητα να μαγεύει τους ανθρώπους με την αρμονία της, δεν επιτρέπει εντούτοις την οριοθέτηση και την κατάκτησή της.

..............
«Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.»


Η προσπάθεια των επίδοξων ποιητών να δημιουργήσουν το αντικλείδι που θα ανοίξει την πόρτα της ποίησης, μπορεί να κρατήσει μια ολόκληρη ζωή και να μη φτάσει ποτέ στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Παρά την αφοσίωση κάποιων ανθρώπων στην τέχνη της ποιήσεως και παρά το γεγονός ότι έχουν τις καλύτερες των προθέσεων, είναι πιθανό να μην μπορέσουν ποτέ να δημιουργήσουν αξιόλογα ποιήματα.
Ο Παυλόπουλος, ωστόσο, παρόλο που αρνείται τη δυνατότητα σε κάποιον να κατακτήσει απόλυτα την ποίηση, δεν αρνείται εν γένει τη δημιουργία της ποίησης. Τα αντικλείδια είναι η προσφορά όλων των ποιητών που έχουν κατά καιρούς ασχοληθεί με την τέχνη αυτή κι ενώ κανείς από αυτούς δεν έφτασε στο σημείο να αποκτήσει το κλειδί, εντούτοις ο καθένας προσέφερε και κάτι στη συλλογική γνώση της ποίησης. Ίσως η προσφορά κάθε ποιητή να ήταν μόλις ένα ακέραιο ποίημα, ίσως πάλι να ήταν μόνο μερικοί άρτιοι στίχοι, σε κάθε περίπτωση πάντως το ποιητικό έργο που βρίσκεται πίσω από την πόρτα της ποίησης δημιουργήθηκε σταδιακά από όλους εκείνους που ο καθένας μόνος του απέτυχε να ανοίξει την πόρτα, αλλά όλοι μαζί κατόρθωσαν να δώσουν ζωή σε ό,τι σήμερα εμείς αποκαλούμε ποίηση.

..............
«Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.»


Στους στίχους αυτούς η αντίφαση που προκύπτει με την «ανοιχτή πόρτα της ποίησης» (1ος στίχος) είναι καθαρά φαινομενική, καθώς επί της ουσίας η πόρτα είναι κλειστή κυρίως για τους ανθρώπους που μπορούν να δουν στο βάθος και μπορούν να αντιληφθούν την αξία της ποιητικής τέχνης, μιας και οι άνθρωποι αυτοί μπορούν παράλληλα να κατανοήσουν τη δυσκολία που υπάρχει στο να δημιουργήσει κανείς ένα αξιόλογο ποιητικό έργο.
Όσοι κοιτάζουν μέσα από την πόρτα της ποίησης και δε βλέπουν τίποτα, δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσουν τη μαγεία της ποίησης και τη δυσκολία που υπάρχει στο να μπορέσει κάποιος να συνθέσει ένα πραγματικά αξιόλογο ποιητικό έργο.
Όσοι κοιτάζουν χωρίς να βλέπουν, δεν πρόκειται καν να συνειδητοποιήσουν ότι στην πραγματικότητα η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή γιατί δεν πρόκειται ποτέ να επιχειρήσουν να την ανοίξουν, δεν πρόκειται δηλαδή ποτέ να επιχειρήσουν να γράψουν ποίηση.
Όσοι όμως βλέπουν μέσα από την πόρτα της ποίησης και κατανοούν την αξία της, το πιθανότερο είναι ότι θα προσπαθήσουν να εισαχθούν βαθύτερα στον κόσμο της ποίησης δημιουργώντας και οι ίδιοι ποιητικό έργο και τότε θα αντιληφθούν ακόμη καλύτερα την αξία της καθώς θα διαπιστώσουν ότι η ποιητική δημιουργία δεν είναι εύκολη ούτε και δεδομένη.
Για κάποιους, μάλιστα. ακόμη και το γεγονός ότι θα αφιερώσουν όλη τους τη ζωή στην ποίηση δε θα σταθεί αρκετό να τους επιτρέψει να ανοίξουν την πόρτα της τέχνης αυτής.

..............
«Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.»


Στους στίχους αυτούς ο ποιητής επιχειρεί έναν ορισμό των ποιημάτων, του ποιητικού έργου. Η ποίηση, βέβαια, μπορεί να γίνει αντιληπτή είτε από την οπτική των αναγνωστών είτε από την οπτική των ποιητών. Για τους αναγνώστες ποίηση είναι το σύνολο του ποιητικού έργου που έχει δημιουργηθεί, από τις πρώτες κιόλας ποιητικές προσπάθειες, μέχρι σήμερα. Ο αναγνώστης δεν μπορεί να κατανοήσει την ποίηση πέρα από τις υπάρχουσες διατυπώσεις, πέρα από το υπάρχον δηλαδή ποιητικό έργο. Τα αντικλείδια, τα ποιήματα που «γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος» είναι το πεδίο στο οποίο κινούνται όσοι αγαπούν την ποίηση, όσοι τη μελετούν και τη σπουδάζουν.
Οι ποιητές, όμως, οι υπηρέτες της ποιητικής τέχνης, την κατανοούν τελείως διαφορετικά, καθώς για εκείνους τα αντικλείδια, τα ποιήματα που έχουν ήδη γραφτεί δεν είναι παρά προσπάθειες προσέγγισης της ποίησης. Τα αντικλείδια για τους ποιητές δεν είναι η ποίηση, ποίηση είναι το μοναδικό εκείνο ποίημα, η τέλεια εκείνη διατύπωση που τόσο επίμονα αρνείται να γίνει κτήμα τους. Οι αναγνώστες γνωρίζουν την ποίηση με βάση τα όσα έχουν ήδη γραφτεί, οι ποιητές όμως γνωρίζουν ότι μπορεί να υπάρξει ποιητικός λόγος ασύλληπτα καλύτερος, ποιητικός λόγος τόσο τέλειος που θα τους οδηγήσει κατευθείαν στην ουσία της ποίησης.
Οι ποιητές παλεύουν με τις λέξεις, δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους ξανά και ξανά, χωρίς ποτέ να μένουν ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα γιατί ξέρουν ότι κάθε σκέψη και κάθε στίχος μπορεί να διατυπωθεί καλύτερα. Οι ποιητές φτάνουν στο τέλος της διαδρομής τους γνωρίζοντας ότι τελικά δεν κατόρθωσαν να πετύχουν την ιδανική εκείνη έκφραση, που θα τους επέτρεπε να διαμορφώσουν τον ποιητικό λόγο στην καλύτερή του μορφή.

..............
«Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.»

Ο Παυλόπουλος με το κλείσιμο του ποιήματος δημιουργεί σχήμα κύκλου, επαναφέροντας την αρχική του διαπίστωση, αυτή τη φορά εισαγόμενη με το σύνδεσμο «μα», θέλοντας να εκφράσει αντίθεση με όσα προηγουμένως έχει δηλώσει σχετικά με το γεγονός ότι η πόρτα της Ποίησης κλείνει για όσους κάτι βλέπουν και επιχειρούν να μπουν, αφήνοντας έτσι ανοιχτό το ενδεχόμενο να μπορέσει κάποιος να περάσει την πόρτα της Ποίησης. Ο ποιητής, άλλωστε, αντιλαμβάνεται ότι, όπως ο ίδιος αφιέρωσε τη ζωή του στην τέχνη αυτή, είναι αναμενόμενο να υπάρξουν πολλοί ακόμη που μαγεμένοι από την τέχνη του λόγου, θα θελήσουν να αφοσιωθούν στην δυσεπίτευκτη αναμέτρηση με την Ποίηση.
Ο Παυλόπουλος δε θέλει να δώσει την εντύπωση πως η αναμέτρηση αυτή είναι χαμένη, δε θέλει δηλαδή να αποτρέψει τους νεότερους θεράποντες της Ποίησης από το σημαντικό αυτό έργο. Η πόρτα της Ποίησης κλείνει, υπό την έννοια ότι το έργο των επίδοξων ποιητών είναι εξαιρετικά δύσκολο και κάποτε μάλιστα δεν δικαιώνεται -δεν είναι όλοι όσοι γράφουν στίχους πραγματικοί ποιητές-, αυτό όμως δε σημαίνει πως θα πρέπει να εγκαταλειφθεί η ενασχόληση με τη σημαντική αυτή τέχνη.
Το σχήμα κύκλου, επομένως, δημιουργεί την αίσθηση της ακατάλυτης συνέχειας στις προσπάθειες των ποιητών να διαβούν την πόρτα της Ποίησης, να κατακτήσουν δηλαδή τα μυστικά της ιδιαίτερης αυτής τέχνης. Ο Παυλόπουλος, άλλωστε, συνηθίζει να δίνει στα ποιήματά του την αίσθηση μιας αέναης διαχρονικής πορείας, χωρίς διαφαινόμενο τερματισμό, καθώς τα θέματα που πραγματεύεται (Τέχνη, Έρωτας), είναι ιδωμένα από τον ποιητή ως έννοιες που δεν γνωρίζουν -ή που δε θέλουμε να γνωρίζουν- τέλος.
..............
η συνέχεια και η πλήρης ανάλυση εδώ: latistor