Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

Οδυσσέας Ελύτης — Ήλιος ο Πρώτος VI
Κι όσα η χαρά ποτές δεν ονομάτισε
Τώρα διψούν την ευτυχία του κόσμου.

Gerhard Neswadba
Χτυπήσανε τη μέρα σε καλή μεριά

Ξύπνησε το νερό μέσα στο χώμα

Κρύα φωνή νεογέννητη

Που σμίγει από μακριά τη γειτονιά των βρύων.

Με χάδι από λιοτρόπι δε φοβάται
Το περιβόλι μήπως βγει στην άβυσσο
Χέρι με χέρι παν οι ερωτευμένοι
Όταν χτυπάνε οι καμπάνες του ήλιου.

Υγεία ηχώ φοράδα
Πέταλο και φτερό πλαγίας
Σύννεφο και χορτάρι αθέριστο
Γλαυκές οργιές ανέμου.

Λοξά τ' ανήλικα πουλιά
Παν να σημάνουν άνοιξη στα σύννεφα
Κι όσα η χαρά ποτές δεν ονομάτισε
Τώρα διψούν την ευτυχία του κόσμου.

Δίψα του κόσμου η αντρική στολή σου πάει
Θα πας να βρεις τη θηλυκή σου κοίτη
Αναποδογυρίζοντας ένα λιβάδι
Έναστρο που του φύγαν οι ανεμώνες.