Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

Γιάννης Ρίτσος — Η Κυρά των Aμπελιών XV
«Μες στ' άδεια κιούπια μας βροντάν χιλιόχρονοι θυμοί πάππου-/προσπάππου/μες στα βαρέλια του κρασιού βογγάν χιλιάδες καλοκαίρια»

Κυρά, τι παίρνεις τα βουνά και τι λακάν τα σύγνεφα;
Σήμερα μπαίνουνε τα πρόβατα στη στρούγγα της βραδιάς και
    βάφουν μαύρο το μαλλί τους
σήμερα βάφει κι ο αϊτός τα νύχια του ολοκόκκινα,
τι μπούκαραν οι αντίχριστοι και πλάκωσαν τ' αμπέλια μας
κόβουν το σύκο απ' τη συκιά και το μωρό απ' τη ρώγα
κόβουν της Παναγιάς το χέρι σύρριζα και το πουλάνε στο πα-
    ζάρι —
σύγνεφο οι ακρίδες στα σπαρτά και ροκανάν τον κάμπο,
η μαχαιριά η πισώπλατη κ' η νυφοστολισμένη οχιά με τη διπλή
    τη γλώσσα.

Ποιος κάθεται τώρα, Κυρά, με τη φλογέρα να γνοιαστεί τα πρό-
   βατα των ίσκιων
και ποιος τα ελάτια στα νερά του γαλαξία να διαφεντέψει;

Μες στ' άδεια κιούπια μας βροντάν χιλιόχρονοι θυμοί πάππου-
     προσπάππου
μες στα βαρέλια του κρασιού βογγάν χιλιάδες καλοκαίρια
το κοντογούνι της γιαγιάς μες στο σεντούκι αναλογάται Μπου-
    μπουλίνες
και μες στο κανοκιάλι του καραβοκύρη ξύπνησαν μπουρλότα και
    Κανάρηδες και σοροκάδες.

Κυρά, Κυρά, ντύσου ξανά τα κλέφτικα, τ' ασίκικα, ψηλά στα
    κορφοβούνια ζώσου τ' αστέρια τρίδιπλα στον κόρφο φυσεκλίκια
βάλε μες στο ταγάρι σου της Παναγιάς το κόνισμα μαζί με μπα-
    ρουτόσκαγα —
τσομπαναραίοι Απόστολοι χτυπάνε της Αγιά-Σοφιάς τα ση-
    μαντρα
κ' οι ελιές οι βλάχες οι Μακεδονίτισσες τραβάν τις ανηφόρες
κ' οι αποθαμένοι στα σκαλιά της εκκλησιάς λαδώνουνε τα καριο-
    φίλια με το λάδι της καντήλας.

ακούστε τον ποιητή να το απαγγέλει εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια :